Sunday, January 30, 2011

Το Κουβάρι…


Το κουβάρι άδειασε
η κλωστή τελείωσε
τα αυλάκια βάθυναν
στο ξεραμένο κάμπο…
Στο αποσπέρι μέτραγαν
αυτούς που απομείνανε
όλοι αναρωτιόντουσαν
ποιοι πρώτοι θα τούς φύγουνε
πολλοί που περιμένουνε
κανείς τους δε το πίστευε…
Στο νού
καρτέρι στήσανε
Οι μαύροι καβαλάρηδες
γρήγορα τον αρπάξανε
στη νύχτα εχαθήκανε
οι μόνοι που τον σώσανε
αυτοί που πίσω μείνανε
να πάρουν το κουβάρι…

Γιώργος Λευθέρης
30.1.11

Ο Αδάμ και η Εύα…


Θεέ μου
πώς τους ανθρώπους μπέρδεψες
και που να ξεμπερδέψουν
ο Αδάμ να είναι ο δυνατός
κι η Έυα να κερδίζει?
Ακόμα και στο έπαθλο του «κρεβατιού»
η γυναίκα έχει το λόγο
εκείνη ανάβει τη φωτιά
εκείνη την εσβύνει
Ο Αδάμ κρατά το όνομα
η Έυα τη σφραγίδα
μπορείς να αλλάξεις  το όνομα
μα όχι τη σφραγίδα…
όσο για την αγάπη την έρημη
πάντα είναι προδομένη
μόλις καούνε τα ξηρά κλαδιά
κανείς δε την θυμάται…
Ψυχρός απομένει ο πόλεμος
Για το υπόλοιπο ταξίδι…

Γιώργος Λευθέρης
23.1.11

Aποχαιρετισμός στο Φώτη...‏

Φώτη 
έφυγες απ' το σπίτι το πρωί
για να γυρίσεις κάποια ώρα
το ίδιο όπως κάνεις κάθε μέρα
καβάλησες τη μηχανή
και χάθηκες στο δρόμο...
Όμως δε γύρισες ποτέ
το γατί σου μοναχό
έξω απ'τη πόρτα περιμένει...
Οι γονιάδες σου
που θα νοιαζόντουσαν πολύ
πρίν από σένα έχουν φύγει...
Αναρωτιέμαι σύντροφοι
πώς είναι δυνατόν
έτσι εύκολα
μέσα σε μιά στιγμή
ο άνθρωπος
να χάνεται απ' το κόσμο...
χωρίς κανείς να ξέρει τίποτα
ακόμα και ο ίδιος...
Είναι η κατάρα του Θεού
για των μηχανών τ' αγκάλιασμα
που τη ζωή του
ολέθρια έχει αλώσει...
 
Γιώργος Λευθέρης
29.1.11

Thursday, January 27, 2011

Ο κατατρεγμένος…


Κατατρεγμένε της μοίρας
παιδικέ μου φίλε
τούτο τον καιρό
σε πρόδωσα πολλές φορές
καθώς μοναχός χωρίς βοήθεια
δραματικά
ξεφύλλιζες τα βήματά σου…
αλλά ούτε κι η ζωή
σου φέρθηκε σωστά
πουθενά δεν σου «έκλεισε το μάτι»…
έρωτας αρρώστιες οικογένεια
παντού κατατρεγμένος ήσουνα
αλλά ούτε κι εσύ
εμπιστευόσουνα κανέναν
το φταίξιμο δικό σου…
όσο για μένα
τον «έμπιστό» σου φίλο
αναγκαστικά  ακολούθησα
τους «άσπρόμπλουζους εξουσιαστές»
όταν παρά τη θέλησή σου
«επρόσταξαν» να φύγεις
αφού στο νησί
δε μπορούσαν
τίποτα να σου κάνουν…
ακόμα ακούω το κλάμα σου
να φτάνει μές στη νύχτα
την ώρα που σε φευγατίζαν…
κι ο θρήνος γινόταν πιο σκληρός
γιατί κανείς δεν άκουγε
δε προσπαθούσε να σε ακούσει…
αλίμονο υπάρχουνε στιγμές
στο ανθρώπινο ταξίδι
όπου ο πόνος
δε μετριέται
ούτε μπορεί να μετρηθεί
είναι σκληρή η πάστα του ανθρώπου…
συγχώρα με φίλε μου
γιατί δε μπόρεσα
να ακούσω πιο πολύ
το μάταιο οδυρμό σου
είμαι κι εγώ
σαν όλους τους ανθρώπους…

Γιώργος Λευθέρης

17.1.11

Κυνηγητό μες στο σκοτάδι…

Αδύναμη των σκλάβων
η υπομονή
μπροστά στο παγερό υπολογιστή
τη λευτεριά της περιμένει…
Τα δάκτυλα
πάνω στα [πλήκτρα αδημονούν
τα μάτια έχουν στεγνώσει
οι σκλάβοι μάταια ψάχνουνε να βρούν
το λίγο φώς
στο απέραντο σκοτάδι…
Η οθόνη είναι τυφλά
Λευκή
τα σήματα τρελά
Δε πειθαρχούνε
Οι άνθρωποι βιάζονται
να φύγουν και να ρθούν
με της μηχανής τα δεκανίκια…
Κανείς δε ξέρει
πόσο θα αντέξει η μηχανή
το νού να κυνηγά
και πάντα να κερδίζει
μπορεί κάποια στιγμή
στο ολέθριο αυτό κυνηγητό
να «χάσει το παιχνίδι»
το νού να μη τον φτάνει
τότε θα αρχίσουν  όλα απ’την αρχή
ο νούς
θα κυνηγά τη μηχανή
κι όποιος όποιονε
αφανίσει…
Εκτός και αποφασίσει ο Θεός
να κατεβεί στη γή
με τον δικό του υπολογιστή
να βάλει τάξη στους ανθρώπους…

Γιώργος  Λευθέρης
18΄1΄11

Sunday, January 23, 2011

Φοβίες


Δεν έχει
φράχτες κι όρια
η επόμενη κακή στιγμή
ούτε του ρολογιού τους δείκτες
ακλουθά
ο χρόνος δε τη νοιάζει
ερχεται μοναχή
κι απρόσκλητη
μπαίνει στο σπίτι ελεύθερα
Από όποια πόρτα θέλει
κοιμάται με όποιον θέλει
χωρίς  ν’ακούει
το θρήνο κανενός
γιατί αυτιά δεν έχει…
ενα χατίρι κάνει μοναχά
στους δύστυχους ανθρώπους
δε τούς κτυπά τη καμπάνα
από πρίν
κι αυτούς τους παίρνει ο ύπνος…
Ευτυχώς
γιατί ο φόβος θα ήταν αβάσταχτος
ζωή δεν θα υπήρχε…

Γιώργος Λευθέρης

17.1.11
0700hrs

Sunday, January 16, 2011

Έλληνες


Έλληνες ασκέρι λύμπερο στο κάμπο
κυνηγούν και κυνηγιούνται
δίχως μαντρώματα κα δρόμους
πατρίδα ο εαυτός τους
σκοπός
το παραμύθι…
Η ζωή τους μηδενίζεται άδικα
κάθε στιγμή
όπου στραφείς κι όπου διαβείς
από μηχανές  κι από ανθρώπους
όσο για τη γή που κατοικούν
τη καταστρέφουν καθημερινά
κι αν τύχει βολικά
τη ξεπουλούν
στης «λαϊκής» το πανηγύρι…
δάσκαλοι σχολειά
παπάδες εκκλησιές
αλώθηκαν από τους «εξουσιαστές»
πρόδωσαν την Ελλάδα
οσο για την οικογένεια
φυλλορροεί κι αυτή
στης ξενικής συνήθειας το κατάντη…
Έλληνες ασκέρι λύμπερο στο κάμπο
ψάχνουν να βρούν παρηγοριά
στους ξένους καιροσκόπους
χωρίς οι ίδιοι να νοιάζονται
για το δικό τους το καλύβι
γιατί έτσι έμαθαν
με δανικά να ζούνε…
και βροντερά να διαλαλούν
πώς για το κακό
οι ίδιοι
σε τίποτα δε φταίνε…
Αλίμονο οι Έλληνες ξεχάστηκαν
δε βλέπουν δεν ακούνε…
Όμως  Έλληνα
δεν ήρε η συντέλεια του κόσμου
αρκεί να το πιστέψεις
πώς μπορείς
μη περιμένεις πιά
κανένας να σε σώσει…
και μη ξεχνάς
πώς όλους τους πρόδωσες
κι εσύ
και όλοι σε προδώσαν…
Από εδώ και εμπρός
Η «μπάλα είναι δική σου»

Γιώργος Λευθέρης
6΄1΄11…

Tuesday, January 11, 2011

Στο πανηγύρι τα Μούσας


Ξαναγύρισα με ενθουσιασμό
το «ηλιοβασίλεμα»
στο κλειστό πανηγύρι της Μούσας
μέθυσα με τον αυθορμητισμό
των λίγων θεατών
που χειροκρότησαν
παραστράτησα
στο ψηλό το σκαλοπάτι
μα δεν έπεσα
συνέχισα ν’απολαμβάνω
τη θέα του πανηγυριού
των λίγων ανθρώπων το μεθύσι
κάτω στη πλατεία
κάποιοι μίλησαν
για γερασμένο ξοφλημένο λόγο
εγώ όμως δεν άκουσα
συνέχισα να περπατώ
στο δρόμο το δικό μου
το δικό σου
το μοναχό
αλλά και όλων όσων μπορούν
να φεύγουν
πιο έξω
από τον « ίσιο» δρόμο
της συνήθειας…

Γιώργος Λευθέρης
1.1.11

Sunday, January 9, 2011

Πλημμυρίδα


Αν  κι ηλιοβασίλεμα
πλημμύρισε το είναι μου
από βοή ενέργειας
πάνω στο χαρτί και το μολύβι…
Κάτι αποζητώ
κάτι βιάζομαι να πώ
κάτι έχω κρυμμένο μέσα μου
κάτι με πολιορκεί
που θέλω να το διώξω.
Όμως να το στείλω που;
Ακόμα γιατί
ολος αυτός ο χαλασμός;
Ίσως ποτέ μου δε θα μάθω…
μπορεί να υποψιάζομαι
ομως την αλήθεια
δε τη ξέρω
ίσως και δε τη θέλω…
Είμαι λίγος
πολύ λίγος…

Γιώργος Λευθέρης
6.1.11…

Saturday, January 8, 2011

To γράμμα σου

Η ώρα ήταν λίγη
δεν έφτασε
για να χωρέσει
την όμορφη στιγμή
που διάβαζα το γράμμα σου
τέτοιες χαρές
έρχονται
πέρα απ’τα όρια του χρόνου
και του «πρέπει»
φωλιάζουν στην απεραντοσύνη
του «υπάρχω»
και του «είμαι»
φτάνουν
σαν το ήρεμο κύμα στο ακρογιάλι
όπου ατέλειωτα χαρούμενα
ποτέ δε σταματά
γιατί δε μπορεί να σταματήσει
πότε γαλήνιο
πότε φουρτουνιασμένο
πάντα έρχεται…

Γιώργος Λευθέρης
3.1.11